Ο Ανδρέας Λέτσιος στην συνέντευξη της ζωής του στο Localsports (part 1)

Παίκτης που τίμησε τη φανέλα της Νίκης Βόλου τη δεκαετία του 90’ και όχι μόνο, με μια αξιοσημείωτη καριέρα, γεμάτη από πολλά γκολ, διακρίσεις και μάγκικες εμφανίσεις.

Το Localsports κάνει πρεμιέρα το νέο του κεφάλαιο που λέγεται «Local Stories» και πρώτος καλεσμένος ο ένας από τους πιο καλούς επιθετικούς της Νίκης Βόλου, Ανδρέας Λέτσιος.

Συνέντευξη στον Απόστολο Καρπαθάκη

Ο Ανδρέας Λέτσιος, μεγαλώνοντας στην Νέα Ιωνία, και πιο συγκεκριμένα πίσω από το Παντελής Μαγουλάς, μεγάλωνε και ζούσε με το όνειρο που είχε ο κάθε «πιτσιρίκος» την τότε εποχή. Να παίξει κάποια μέρα στην ομάδα της καρδιάς του. Αυτό το όνειρο δεν πήρε μόνο σάρκα και οστά, αλλά μνημονεύοντας τις αναμνήσεις των παλαιών γεγονότων το συγκεκριμένο παιδί κατάφερε να μπει στα βιβλία της ιστορίας.

Ο Ανδρέας Λέτσιος, από τα μακρινά, αλλά ταυτόχρονα τόσο κοντινά Γρεβενά, μας ανοίγει το χρονοντούλαπο της καριέρας του, ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεων του, στην αποκαλυπτική συνέντευξη της ζωής του.

Μας περιγράφει την αφετηρία αυτής της καριέρας από τα τότε «τσικό», τη πρόταση του Ολυμπιακού Βόλου, την μεταγραφή την ίδια μέρα στη Νίκη Βόλου και την γεμάτη δεκαετία που «ρίζωσε» στην ομάδα της καρδιάς του, το μεγάλο παράπονο και ο άσχημος τρόπος που αποχώρησε, τα περάσματα από ομάδες Β’ και Γ’ Εθνικής, η επιστροφή ως αντίπαλος στην Κλούβα, ο πρώτος σκόρερ κατηγορίας, η μεγάλη επιστροφή στην Νίκη, η άνοδος με τον Αιολικό, η επιστροφή στον Βόλο και η συνύπαρξη με τον Σπύρο Διαμαντάρα στη δημιουργία γηπέδου και Ακαδημίας, και η τριετία στην Δ’ Εθνική. Ο διπλός ρόλος, παίκτης – προπονητής στον Πηλέα, τα οράματα που «ξύπνησαν» μέσα του την ιδέα του προπονητή, και πλέον η αποχώρηση για τα Γρεβενά όπου μένει από το 2010.

Επίσης, για τον συγκεκριμένο ποδοσφαιριστή, μιλούν οι φίλοι και παλιοί συμπαίκτες του στη Νίκη, Γιάννης Παφλιάς, Θοδωρής Ανδρουτσόπουλος, Σπύρος Νούσιας και Κυριάκος Κοκκινάκης.

ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ

Η ιστορία ξεκινάει τη δεκαετία του 80’ όταν ο τότε 14 ετών Λέτσιος από τα τσικό της Νίκης μετακινείται στον Πηλέα, με προπονητή τον Αντώνη Μωράκη. «Εκεί ήμουν τυχερός, γιατί παρά το μικρό της ηλικίας μου, είχαμε και καλή ομάδα και καλό κλίμα με παίκτες όπως Βλαχόπουλος, Γκάγκας, Ρίζος, Νικολαου, Παρισης τερματοφύλακας και αλλά παιδιά, αλλά από αυτά τα παιδιά σκέψου ότι 3-4 μαζί με μένα στο μέλλον παίξαμε στην Νίκη Βόλου. Εγω έπαιξα 88-89’ και 89-90’ τοπικό δηλαδή. Εκεί ήμουν τυχερός γιατί και με βάλανε να παίξω, θέλανε ένα πιτσιρικά, πιστεύανε, τουε είχαν προπονητή τον Τσαλούχο καλή του η ώρα, ο οποίος με βοήθησε και παρά πολύ. Αν σκεφτείς ότι τότε πήγαινα Δευτέρα με Τρίτη γυμνασίου, και τότε ήταν μια εβδομάδα πρωί μια εβδομάδα απόγευμα στα σχολεία. Όποτε λοιπόν όταν εγώ ήμουν απογευματινός στο σχολείο, δε μπορούσα να παω προπονήσεις. Και τι έκανε όμως ο τύπος; Έφευγε από τη δουλειά (δούλευε στον δήμο) ερχόταν με έπαιρνε με το αμάξι του και με πήγαινε στο Γήπεδο του ΕΤΒΑ, και με έκανε μια με δυο ώρες προπόνηση. Με βοήθησε παρά πολύ αυτο. Έτσι κάπως ξεκίνησα, πιτσιρικάς, με πολύ πάθος, έβαζα και γκολ και κάπως ακούστηκα. Τη δεύτερη χρονιά, πάλι πολύ καλή χρονιά με ακόμη περισσότερα γκολ, και κάπως έτσι ξεκίνησε το παζάρι».

ΓΡΑΦΕΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ – ΓΡΑΦΕΙΑ ΝΙΚΗΣ ΔΥΟ ΩΡΕΣ ΔΙΑΦΟΡΑ… ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΟΛΑ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΙΣΤΟΡΙΑ 

«Την χρονιά εκείνη, το 89-90 είναι που η Νίκη Βόλου πέφτει από τη Β’ στην Γ’ εθνική, ενώ ο Ολυμπιακός Βόλου έπεσε από την Α’ εθνική στην Β’. Τότε λοιπόν είναι που η Νίκη Βόλου αρχίζει να παίρνει παίκτες, και σου μιλάω για Νίκη γιατί μεγαλωμένος στην Νέα Ιωνία, το σπίτι μου δίπλα από το γήπεδο, με όνειρο τότε όλων μας να παίξουμε στη Νίκη Βόλου. Έτσι λοιπόν εκείνο το καλοκαίρι βγήκε προς τα έξω πως θα φύγουν πολλοί ξένοι παίκτες, και τότε θα στραφούν στα τάλαντα της περιοχής. Τότε θυμάμαι πήραν, Μαντζανά από Ηρακλή, Τζούμα, Καικλή, Σφέτσο, από τον Πηλέα Ριζο, Βλαχόπουλο, το συγχωρεμένο Καραδέμητρο και τον Θεοδωρίδη. Ο Πηλέας τότε πρότεινε και μένα στη Νίκη, αλλά τους είπαν δε το θελουμε τώρα, αφήστε να το δούμε για του χρόνου.

Τότε λοιπόν, ένα βράδυ, έρχονται κάποιοι κύριοι και χτύπησαν στο σπίτι μου, έπιασαν το πατέρα μου και του λένε είμαστε από τον Ολυμπιακό Βόλου, θελουμε να έρθει ο γιος σας στην ομάδα, να τον κάνουμε επαγγελματία. Μου λέει ο πατέρας μου, σε θέλουν από εκεί, θες να πάμε; Λέω και εγώ τι να σου πω  ρε πατέρα, και δε πάμε… και εκεί ξεκινάει η ιστορία.

Πάμε λοιπόν στα γραφεία, με τότε πρόεδρο τον Παπαγιάννη, τον ήξερε όλη η Ελλάδα τότε. Βαρύ όνομα, στην ΕΠΟ κλπ. Αποτέλεσμα λοιπόν να γίνει μια συζήτηση, του τύπου τον θελουμε τον μικρό να τον κάνουμε επαγγελματία, αλλά κάπου εκεί στα συμβόλαια θέλανε να με κάνουν για αρχή ημιεπαγγελματια, κάπου εκεί κόλλησε ο πατέρας μου. Τότε μας λέει ο πρόεδρος ότι αν υπογράψεις θα είσαι κατευθείαν στην επόμενη κλίση της Εθνικής Παίδων, πράγματα τα οποία εμένα με βόλευαν. Πήρε μπροστά μας το προπονητή της Εθνικής του είπε ότι υπέγραψε ναι και θα σε καλέσω κλπ., και εκεί όπου κάναμε αυτή τη κουβέντα, και είμασταν έτοιμοι να προχωρήσουμε, χτυπάει η πόρτα και μπαίνει μέσα ο γαμπρός μου. Ο γαμπρός μου τότε είχε η χρόνια εδώ, Νικιωτης φουλ αν και από τη Καρδίτσα καταγωγή. Είχαν μαθει λοιπόν στη Νίκη ότι εγω είχα έρθει στα γραφεία του Ολυμπιακού να υπογράψω. Είπαν τότε από τη Νίκη, γρήγορα να έρθει στα γραφεία το παιδί. Τότε τους λέει ο πατέρας μου ότι τελικά θα το σκεφτούμε και θα έρθουμε αύριο να υπογράψουμε (στον Ολυμπιακό) και φεύγουμε. Με το που φεύγουμε από τα γραφεία μου λέει ο πατέρας μου, θες να πας στην Νίκη Βόλου;… εκεί πέρα εγώ τα έχασα. Εμένα η καρδιά μου ήταν Νίκη Βόλου, εκεί ήταν το όνειρο μου να παίξω. Σκέψου δλδ ότι στις 20:00 ήμουν στα γραφεία του Ολυμπιακού και περίπου στις 21:30 ήμουν στα γραφεία της Νίκης Βόλου.

Φτάνουμε λοιπόν στα γραφεία της Νίκης, μας λένε κιόλας ότι «καλά δικό μας παιδί και πηγατε στο μισητό αντίπαλο» και τους λέει ο πατέρας μου «καλά μας κάνατε καμία πρόταση;» και βγάζουν αμέσως εκείνη τη στιγμή τα συμβόλαια. Με ρωτάει τότε ο πατέρας μου, θες να υπογράψεις; και λέω «καλά με ρωτάς; Θέλω». Και έτσι κατέληξα στη Νίκη Βόλου.

Α.Κ.: Η ιστορία όμως θα μπορούσε να ήταν εντελώς διαφορετική;

Ναι, αν πούμε ότι θα πήγαινα Ολυμπιακό, τπ σίγουρο ήταν ότι θα είχα πιο σωστή μεταχείριση στο αγωνιστικό. Ήταν πιο οργανωμένη εκείνη τη σεζόν, με καλύτερους ποδοσφαιριστές, γυμναστές και προπονητές.

Η ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΜΕ ΤΗ ΝΙΚΗ

Ξεκινάμε έτσι προετοιμασία τότε, με βάλανε με την μεγάλη ομάδα, καλοκαίρι του 90’ , με βάζουν για αγώνες με τη δεύτερη ομάδα, και ο Νίκος Χασάπης που είχαμε προπονητή, εισηγήθηκε να με κάνει επαγγελματία και να είμαι στη πρώτη ομάδα τον Ιανουάριο του 91’. Περνάει κάπως έτσι η πρώτη χρονιά, και ξεκινάει η επόμενη με προπονητή αν θυμάμαι καλά, τον Σταμουλάκη.

ΤΟ ΜΑΤΣ ΟΡΟΣΗΜΟ

Τότε λοιπόν, ξεκινάμε προετοιμασία όλα καλά, και αν θυμάσαι η έχεις ακούσει, το περιβόητο ματς με τον Αθηναϊκό. Δέκα μέρες πριν ή δέκα μέρες μετά, από το ματς του Αθηναϊκού μέσα στην Μάντσεστερ που χάσανε με 1-0 στη παραταση. Και επειδή ήταν κύπελλο με παίρνουν στην αποστολή. Και το ματς ξεκινάει , και θυμάμαι κερδίζουμε με μια γκολάρα του Κόφφα έξω από τη περιοχή, τρομερή σουτάρα του Δημήτρη, με τον Δάφκο τερματοφύλακα αυτοί (ως δεύτερος πίσω από τον Σαργκάνη), 2-0 με Κυπαρίση και δεύτερο ημίχρονο μας σφυροκοπάνε. Δεν έχουμε περάσει τη σέντρα και φαίνεται ότι θα φάμε γκολ. Γίνεται το 2-1. Κάνει δυο αλλαγές τότε ο προπονητής και βάζει αμυντικούς για να κρατήσει τη νίκη. Και περιμένει ο κόσμος να βάλει ακόμη ένα. Και έχουμε μείνει εγώ, ο τερματοφύλακας και άλλος ένας, και όλοι νόμιζαν ότι θα βάλει τον άλλον. Με αποτέλεσμα να μου πει ο προπονητής, μικρέ σήκω μπαίνεις. Στο 85’ με βάζει, έχουν μείνει όλοι άφωνοι, το γήπεδο γεμάτο και ακουγοταν από τη κερκίδα που θα βάλει το πιτσιρικά τρελάθηκε εντελώς; Μπαίνω λοιπόν στο 85’ και φεύγουμε αντεπίθεση στο 88’, ακολουθώ τη φάση, κατεβαίνει από τα αριστερά ο Θωμάς (Κυπαρίσης) και βλέπει μόνο εμένα μέσα στη περιοχή, κι από τη κούραση που είχε ο Θωμάς, τι να κάνει, τραβάει μια σέντρα, και βλέπω σηκώνονται ο Δάφκος με τον αμυντικό, να διώξουν, βλέπω τα θηρία να σηκώνονται μαζί, δε συνεννοούνται, και τι κάνουν οι μ@λ@κες; Χτυπάνε ο ένας με τον άλλον, πέφτει η μπάλα κάτω, κάνω πλασέ και κάνω το 3-1, γίνεται χαμός μέσα στο γήπεδο. Δε το πίστευα, δεν ήξερα πως να πανηγυρίζω, έκανα να κοιμηθώ 2-3 βραδιά από τη χαρά. Και θυμάμαι εκείνο η το επόμενο βράδυ κατεβαίνω βόλτα με τη παρέα μου, με ποδήλατα η με μηχανάκια, στο Βόλο, κι με σταματούσαν λέγαν «Ε ο πιτσιρικάς που έβαλες το γκολ χθες… μπράβο Νικαρα κλπ.» και εκεί τρελάθηκα. Πρώτο γκολ, το θυμάμαι μεγάλη εμπειρία. Θυμάμαι γράφανε μετά «ΝΙΚΗ ΒΟΛΟΥ Α’ Εθνικής» σε εφημερίδες και τέτοια. Εκείνη τη χρόνια θυμάμαι, έπαιξα λίγα ακόμα ματς ως αλλαγή και πρέπει να έβαλα 2-3 γκολ ακόμα.

ΕΠΟΜΕΝΗ ΧΡΟΝΙΑ ΥΠΟΒΙΒΑΣΜΟΣ – Η ΓΕΥΣΗ ΤΗΣ ΣΤΕΝΑΧΩΡΙΑΣ, ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ

Την χρονιά αυτή, όμως ήταν κακή στιγμή. Η ομάδα έπεσε, και θυμάμαι έπεσε τελευταία αγωνιστική με την Αρτα. Παίζαμε με την Αναγέννηση και θέλαμε νίκη και ήρθαμε 1-1. Αυτοί τότε με τερματοφύλακα τον Αστρά, είχε περάσει από Νίκη και Ολυμπιακό. Πάλι αλλαγή, ήμουν σα τη μύγα μες στο γάλα. Πολύ άγχος, φώναζαν, κλωτσιά έπεφτε σύννεφο, ο κόσμος έβριζε. Τελειώνει το ματς, πέφτουμε μαθηματικά στη Δ’ Εθνική, πηγαίνουμε στα αποδυτήρια, φωνές φασαρίες, κάνουμε ντουζ, και είχανε μείνει καμία 200ρια άτομα να φωνάζουν. Πέρασε καμία ώρα και ήταν ακόμα έξω, μας περιμένανε καλα καλα. Εγω ήμουν έτοιμος και περίμενα μέσα. Με βλέπει ένας μου λέει μικρέ Εσυ φύγε δε σε πειράζουν. Πάω όντως να φύγω και με το που ανοίγω τη πόρτα βλέπω ένα πλήθος να έρχεται πάνω μου να μου κάνουν ντου. Τελευταία στιγμή ακούω έναν να λέει σταματήστε ρε αυτός είναι ο μικρός δε φταίει τίποτα, και κάνουν ένα άνοιγμα και φεύγω. Και σκέψου ότι εγω μένω εκεί δίπλα. Παίρνω τη Καισαρείας και έφτασα. Το θυμάμαι αυτό το ματς με πολύ λύπη, φόβο, στεναχώρια. Κατάλαβα πολύ τη πίκρα, τότε στεναχωριόμασταν, είμασταν αρκετοί Βολιώτες και μας πείραξε άσχημα.

ΞΑΝΑ ΣΤΗ ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΓΡΗΓΟΡΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ 

Την επόμενη χρονιά, ανεβήκαμε αμέσως αβλεπή 92-93 με πολύ καλή ομάδα. Με Βολιώτες, πολύ δυνατή ομάδα. Πολλά γκολ με Διαμαντάρα, Καιμπαλίδη και τρίτος σκόρερ εγώ. Σε ένα ματς σκόραρε τότε και πέντε τέρματα, με μια ομάδα που βγήκε προτελευταία τότε, το Πολύδροσο. Δε ξέρω αν από το 90 και μετά έχουν βάλει άλλοι παίκτες πέντε γκολ σε εθνική κατηγορία με την φανέλα της Νίκης.

Η ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΣΕΖΟΝ

Επομενη χρονιά, 93 τροχαίο με μηχανή τότε χτυπάω, μεγάλη ζημιά, έπαθα εξάρθρωση ισχύου, τότε με είχαν όλοι ξεγραμμένο, έκανα οκτώ μήνες να ξανά παίξω. Μετά από καιρό έμαθα, ότι με ζήτησε έστω και ανεπίσημα ο ΠΑΟΚ. Πέρασε έτσι η σεζόν, είχαμε τον Αλέκο Παπαδόπουλο, τον συγχωρεμένο, ο οποίος με πήγαινε, του άρεσα και μόλις επανήλθα από οκτώ μήνες με έβαζε σιγά σιγά ως αλλαγή και μετά κανονικά.

Η ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΣΤΗΡΙΧΘΗΚΑΝ ΠΑΝΩ ΤΟΥ 

Την επόμενη χρονιά, ήδη είμασταν ομάδα με οικονομικά προβλήματα, είχε ξεκινησει γκρινια από φιλάθλους κλπ. Με αποτέλεσμα λοιπόν, να μη δώσουν εκείνο το καλοκαίρι λεφτά για επιθετικό και να στηριχτούν πάνω μου. Τότε πήραν ένα 19 χρόνων δανεικό από την ΑΕΚ και έναν Βούλγαρο, τον Πετρόφ. Αυτός ήταν που όταν κερδίσαμε με 1-0 τον Ολυμπιακό με το γκολ του Ανδρουτσόπουλου, ξεκίνησε από φάουλ του Πετροφ στο δοκάρι, και μετά έβαλε το γκολ ο Ανδρουτσόπουλος. Ήμουν σαν αλλαγή νομίζω σε αυτό το ματς. Μεγάλες στιγμές. Τρεις χρονιές τότε τον είχαμε στη σφαλιάρα τον Ολυμπιακό. Κερδίσαμε 1-0 χάσαμε 1-0, το 95-96’ που βγήκαμε εμείς 3-1 στη Κλούβα και 1-1 μέσα στο ΕΑΚ.

Εκείνη τη χρονιά, στάθηκα αξιοπρεπώς βγήκα 3ος σκόρερ με 11 γκολ σε όλη τη κατηγορία. Έβαλα 11 γκολ και δε φαντάζεσαι τι άκουγα. Δε ξέρω τι ήθελε ο κόσμος να δει, αλλά αυτό ήταν και ένα από τα παράπονα, ήταν κάτι που με άγχωνε, αλλά αυτή η χρονιά για μένα είχε θετικό πρόσημο. Η ομάδα είχε βλέψεις να βγει 5η και τελικά σωθήκαμε με το ζόρι, τρίτοι τέταρτοι από το τέλος. Θυμάμαι όμως, παίζουμε με την Καστοριά στη Κλούβα, η Καστοριά η οποία βγήκε κατηγορία μετά. Θυμάμαι  ότι δε ξεκίνησα καλά στο ματς, η κερκίδα φώναζε κλπ., και τελικά κερδίσαμε το πρωτοπόρο με 4-0. Είχε κάνει μεγάλο μπαμ αυτή η νίκη. Πέτυχα χατ τρικ σε αυτό το ματς τελικά. Πέρασε τελικά κι αυτή η χρονιά.

ΟΡΑΣΙΟ ΜΟΡΑΛΕΣ: ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ – ΚΛΑΙΓΑΜΕ ΜΑΖΙ ΤΟΥ

Την επόμενη χρονιά 95-96 έρχεται προπονητής ο Οράσιο Μοράλες. Ένας προπονητής πραγματικά λιγομίλητος, ο οποίος στα αποδυτήρια κλαίγαμε μαζί του πραγματικά. Φανταστικός άνθρωπος, και κάτι άλλο που μας έκανε εντύπωση ήταν πως ο άνθρωπος κοιμόταν στο γήπεδο. Μέσα στο γραφείο που είχε, είχε ένα ράντζο δίπλα. Μας έλεγε τότε ο φροντιστής, ο συγχωρεμένος ο Νίκος ο Τσιατάλας, ότι πήγαινε στο γήπεδο και τον έβρισκε μέσα εκεί να κοιμάται. Καθάριζε ο ίδιος τα αποδυτήρια. Ο προπονητής. Βοηθούσε το φροντιστή, βόλευε τα πράγματα, καθάριζε τα παπούτσια που μπορεί εμείς να πετούσαμε, τα έβαζε στη θέση του. Ήμουν επαγγελματίας από το 90’ έχουμε φτάσει στο 95’, και τέτοιο πραγμα δεν είχαμε ξανά δει. Με αποτέλεσμα ο Οράσιο να κερδίσει το σεβασμό και την εκτίμηση όλων μας, να δέσουμε σαν ομάδα, τότε πήραμε και δυο παίκτες, νομίζω ο Μπαμπης ο Χρυσοστομίδης, μηχανάκι στο κέντρο, ο Μοσχος, πολλά γκολ, ο Τσίρκοβιτς, γύρισε ο Τσουκαλάς, φτιάξαμε πολύ καλή ομάδα και βγήκαμε πρωταθλητές.

Κερδίζουμ τον Ολυμπιακό με 3-1, θυμάμαι τότε μας κάνουν το 0-1 με γκολ του Κοφφα που έγινε χαμός, γιατί πανηγύρισε νομίζω η έκανε κάποια κίνηση, γυρίζουμε το ματς, 1-1 Μοσχος 2-1 Τζούμας. Εγω ήμουν πάγκο, με βάζει στο 71’ αλλαγή κι φεύγουμε στο 86’ αντεπίθεση με Τσιρκοβιτς, μου τη σπάει και κάνω το 3-1. Σημαντικό γκολ και  αυτό για μένα, γιατί σαν Νικιώτης και εγώ ήθελα να «καρφώσω» ένα γκολ.

ΑΡΧΗΓΟΣ ΣΤΗ ΦΙΕΣΤΑ

Αγώνας φιέστα, αντίπαλος προπονητής ο Αλέκος Παπαδόπουλος που ήταν στη Νίκη, βγήκαμε 1-1 αλλά είμασταν ήδη ανεβασμένοι, και ήμουν και αρχηγός. Ανεβαίνουμε λοιπόν στην Β’ και αλλάζουν τα πράγματα.

 

Επόμενη χρονιά μας αναλαμβάνει μια εταιρία, θυγατρική της ΦΑΓΕ, η ΔΙΣ. Φτιάχνουμε μια ομάδα καινούργια λοιπόν, με αρκετούς νέους παίκτες, 96-97 χρονιά πηγαίναμε καλα στο πρώτο γύρο και τερματίσαμε πέμπτοι Νομίζω. Εκείνη τη χρονιά η κατηγορία είχε, Προοδευτική, Εθνικός, Παναιτωλικός, αυτές βγήκαν τότε.  Όταν παίξαμε με αυτές τις  ομάδες ήμουν από τους καλύτερους, και στα δυο από αυτά ήμουν ως καλύτερος αλλά ως στόπερ. Από ανάγκη, έπαιξα στόπερ και ήμουν ο καλύτερος. Μάρκαρα τους καλύτερους σκόρερ. Τον Αντεμάρ, και τον Σέγκος, που βγήκανε πρώτοι σκόρερ. Τις κερδίσαμε αυτές μέσα σε εμάς.

Επόμενη χρονιά μπαίνω φαντάρος με αποτέλεσμα την μεθεπόμενη χρονιά να μην παίζω πολύ επειδή δεν έβγαινα, λίγες συμμετοχές 97-98 με Αντωνιαδη προπονητή. Επόμενη χρονιά, υποβιβασμό, με Πρόκοπ ένα εξάμηνο και Μίχο το άλλο εξάμηνο. Δύσκολη χρονιά, αρχίσανε μας παρατάνε, εγώ τότε βασικός, το μπινελίκι πήγαινε σύννεφο. Εύκολος στόχος οι Βολιώτες, όπως πάντα, υπήρχε λόγος βέβαια. Ξέραμε γιατί γινόταν αυτό. Τουλάχιστον εγώ δεν ήμουν ποτέ πονηρεμένος, να πω κάτι η να κάνω κάτι. Με αποτέλεσμα κάποιοι φίλαθλοι να ερχόταν κοντά σε παίκτες ξένους, αυτοί οι παίκτες να λέγανε έξω μ@λ@κιες, και έτσι τη Κυριακή στον αγώνα μπορεί να ήταν κακοί οι συγκεκριμένοι και να μην ακούγανε τιποτα, και εμείς που «σκυλιάζαμε» να ακούμε συνέχεια τα παράπονα. Εμείς δεν πηγαίναμε για καφέ πχ στο Blue Club και στο Blue Angels να πούμε λόγια για την ομάδα. Αλλά αυτοί ήταν μικρη μερίδα, καμία 100 άτομα. Αλλά τα ακούγαμε εγώ, ο Καρόπουλος, ο Μαντζανάς. Εκεί μου είχε δημιουργηθεί ένα άγχος, ήταν μείον για μένα, με κράτησε πίσω σε απόδοση αυτό. Κάποιοι συμπαίκτες που είχα τους χαιρόμουν όντως, ήταν σαν να είχαν ωτοασπίδες στα αυτιά, εγώ όμως δε μπορούσα να το καταφέρω αυτό, με αποτέλεσμα να επηρεάζομαι. Εγω ήμουν ποδοσφαιριστής, της  άποψης ότι πρέπει να δίνει χαρά στους φιλάθλους. Ήθελα να είμαι πρότυπο, ούτε να φτύνω, ούτε να κλωτσάω τίποτα. Ήθελα να χαίρονται με το ποδοσφαιριστή της ομάδας τους. Ήθελα να δίνω πάντα το 100%. Είχα τέτοια αθλητική παιδεία.

Ο ΑΣΧΗΜΟΣ ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟΣ

Καλοκαίρι λοιπόν του 99’, δυσαρέσκεια του κόσμου, γκρινια, που πάμε με αυτούς κι τέτοια. Εκείνο το καλοκαίρι ξεκινήσανε η μια προσφυγή μετά την άλλη. Εκεί Ακουγόταν πως θέλουν να μας παρατήσουν αυτή η ομάδα διοίκησης,  και να έρθει μια άλλη κλπ. Είχε φτάσει λοιπόν μήνας Ιούλιος, μας χρωστούσαν λεφτά, κάθε χρόνο χρωστούσαν κάποια λεφτά. Εγώ, πάντα ήμουν από τους ποδοσφαιριστές που ήμουν μπροστά σε πολλά περιστατικά, όλα αυτά τα χρόνια, μπροστά σε πληρωμές άλλων παικτών, και μόλις πήγαινα στη σειρα μου να πληρωθώ να μου λενε «φύγε εσύ τον άλλο μηνα». Δε πληρωνόσουν ούτε τον άλλο μήνα, με αποτέλεσμα εγώ να γ@μιέμ@ι για να είμαι σωστός και να είμαι αυτός που πρέπει να είμαι, αυτοί που παίρνανε λεφτά να είναι χειρότεροι, και να ακούμε εμείς τα άσχημα σχόλια από το κόσμο. Με καλούν και εμένα λοιπόν το καλοκαίρι, και μου ανακοινώνουν ότι δεν έχουμε να σου δώσουμε λεφτά. Είχανε κάνει και άλλοι τότε προσφυγές. Θυμάμαι και ο Ανδρουτσόπουλος, και δύο τρεις ακόμη και οι ξένοι. Παίρνω λοιπόν ένα δικηγόρο , υπάρχουν δυο τρόποι. Η μπαίνεις στη διαδικασία να διεκδικήσεις ότι σου δώσουν, πχ. σου χρωστάνε 4 εκατομμύρια, πάρε 500 χιλιάδες και χάνεις τα υπόλοιπα, ή αλλιώς κάνεις προσφυγή να διασφαλίσεις τα λεφτά σου, και μετά να κάνεις εκ νέου συζήτηση για την επόμενη χρονιά. Εκείνο το καλοκαίρι εμένα το συμβόλαιο μου έληγε. Αυτοί νόμιζαν δεν θα έκανα τιποτα θα φύγω. Ειπα το δικηγόρο να κάνει προσφυγή για να διασφαλίσω τα λεφτά μου, και μετά από δίκη μου μεριά έκανα μια προτροπή, να συζητήσουμε. Τους τα εξηγώ, τους λέω ότι έχω κάνει προσφυγή για τους συγκεκριμένους λόγους, να συζητήσουμε για το μέλλον, ήμουν εννιά χρόνια στην ομάδα από τους πιο παλιούς. Βλέπω όμως μια άλλη αντιμετώπιση, αντί να σεβαστούν ένα ποδοσφαιριστή που έχει τόσα χρόνια στην ομάδα, με αξία, δλδ ότι τα είχα δώσει όλα για την ομάδα, είχα εμπειριες. Αυτοί όμως μου είπανε ακριβώς αυτή τη κουβέντα. «Μας έκανες προσφυγή, δε το περιμέναμε, τέλος πάντων, σε χρωστάμε τέσσερα εκατομμύρια, θα σου δώσουμε ένα και σήκω φύγε». Δηλαδή θα μου δώστε και ένα για να φύγω κιολας; Ούτε καν μπήκαν στην διαδικασία να πουν έστω να χαρίσω κάποια χρήματα, να τα βρούμε στο επόμενο συμβόλαιο η κάτι τέτοιο. Μόλις μου λένε αυτή τη κουβέντα, σηκώνομαι αμέσως, τους δίνω το χέρι λέω ευχαριστώ για τη συνεργασία και φεύγω. Αυτό ήταν το μεγάλο μου παράπονο από τη Νίκη Βόλου, ο άσχημος τρόπος που έφυγα τη πρώτη φορά.

Ανδρουτσόπουλος: <<Χαιρόσουν να τον έχεις συμπαίκτη>>

Το σχόλιο του έκανε και ο παλιός συμπαίκτης του στη Νίκη Βόλου, Θοδωρής Ανδρουτσόπουλος. Αναλυτικά:

“Ο Αντρέας καταρχήν ήταν ένας καταπληκτικός άνθρωπος με μεγάλη καρδιά. Χαιρόσουν να τον έχεις συμπαίκτη, πάντα θυσιαζόταν για το σύνολο και ποτέ δεν κοιτούσε την προσωπική του προβολή, παρόλο τη θέση που έπαιζε. Τρομερός με πλάτη στις υποδοχές, κεφάλι φοβερό αλλά το σπουδαιότερο ήταν ότι έδινε τα πάντα μέσα στο γήπεδο. Πάντα είχε να συναγωνιστεί ακριβοπληρωμένα σέντερ φορ που καλώς ή κακώς ξεκινούσαν το καλοκαίρι από θέση ισχύος έναντι στον Αντρέα, αλλά εκείνος ποτέ δεν το έβαζε κάτω. Χαίρομαι που μέχρι τώρα μας συνδέει μια πολύ δυνατή φιλία και ένας παντοτινός αλληλοσεβασμός. Χαίρομαι που μέχρι τώρα μας συνδέει μια πολύ δυνατή φιλία και ένας παντοτινός αλληλοσεβασμός.

Παφλιάς: «Άψογη η συνεργασία μας»

Για τον Ανδρέα μίλησε πρώην συμπαίκτης και αντίπαλος επιθετικός Γιάννης Παφλιάς.

«Με τον Αντρέα παίξαμε αντίπαλοι όταν ήμουν στην Λαμία. Ένα χρόνο μετά είμασταν συμπαίχτες. Αρίστος χαρακτήρας ως άνθρωπος και καταπληκτικός ποδοσφαιριστής. Έδινε πολλές μονομαχίες, ήταν σκόρερ, και η συνεργασία μας ήταν άψογη! Στο πρώτο παιχνίδι με τη Δόξα Δράμας είμασταν το επιθετικό δίδυμο και πετύχαμε από ενα γκολ στο 2-0!Προσωπικά χαιρόμουν που ήταν συμπαίχτης μου».

Ανδρέας Λετσιος και Γιάννης Παφλιάς συμπαίκτες στη Νίκη Βόλου.

Κοκκινάκης: «Από τα καλύτερα παιδιά»

Ο Κυριάκος Κοκκινάκης συνεργάστηκε μαζί του και τη χρόνια που η Νίκη κατέκτησε την άνοδο. Ανέφερε:

«Ο Ανδρέας ήταν ένα από τα δυνατότερα σέντερ φορ και από τα καλύτερα παιδιά που έχω γνωρίσει ποδοσφαιρικά».

Φωτογραφία από την άνοδο της ομάδας, χρονιά 1995 με τον αείμνηστο προπονητή Οράσιο Μοράλες, και πρόεδρο Τάκη Συμεωνίδη.
Νούσιας: «Καλός χειριστής της μπάλας»
Νούσιας και Λέτσιος συμπαίκτες στη Νίκη Βόλου.
Το δικό του σχόλιο έκανε ο Σπύρος Νούσιας:
«Παικταράς. Πολύ καλός παίκτης και ειδικά στο ψηλό παιχνίδι. Παρόλο το ύψος του, πολύ καλός χειριστής της μπάλας. Άψογος σαν χαρακτήρας, κάναμε πολύ παρέα και εκτός ομάδας με Γκάγκα, Πέτρου, Μπαλάφα και Ρουμελιώτη».

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top